Έζησε κατά τον τρίτο μεταχριστιανικό αιώνα και καταγόταν από την κωμόπολη Ταλμενία της Παμφυλίας Σίδης. Εργάστηκε σκληρά για την επέκταση της χριστιανικής πίστης και για τούτο καταγγέλθηκε στον έπαρχο Στρατόνικο, ο οποίος τον καταδίκασε σε θάνατο στην πυρά. Στο δρόμο για την εκτέλεση της ποινής, αυτός που κρατούσε τα ξύλα για τη φωτιά εξαίφνης αρρώστησε και έπεσε κάτω. Τότε, ο επικεφαλής του αποσπάσματος διέταξε κάποιον από τους στρατιώτες να μεταφέρει τα ξύλα. Όμως ο άγιος παρακάλεσε να βάλλουν στους δικούς του ώμους τα ξύλα και να μεταφέρει αυτός τα υλικά του μαρτυρίου του.