Ο άγιος Σέργιος ήταν πριμικήριος στη στρατιωτική σχολή των Κεντηλίων του Μαξιμιανού. Ο άγιος Βάκχος ήταν σεκουνδουκήριος (υπαρχηγός) της ίδιας σχολής. Τους διέκρινε μεγάλη ανδρεία στα πεδία των μαχών, αλλά και σωφροσύνη στην καθημερινή τους ζωή. Όταν ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε ότι οι δύο επίλεκτοι στρατιώτες του ήταν χριστιανοί, δεν ήθελε με κανένα τρόπο να το πιστέψει. Για να πεισθεί οργάνωσε τελετές με θυσίες σε ειδωλολατρικό ναό και τους κάλεσε να συμμετάσχουν. Αμφότεροι αρνήθηκαν και ομολόγησαν το Χριστό με θαρραλέο φρόνημα. Εξοργισμένος τότε ο αυτοκράτορας, διέταξε να τους καθαιρέσουν από τα αξιώματά τους. Αφού τους ενέπαιξαν και τους διαπόμπευσαν με διάφορους τρόπους, τους έστειλαν σε ένα σκληρό δούκα της Ανατολής, τον Αντίοχο. Αυτός με πρωτοφανή ωμότητα μαστίγωσε μέχρι θανάτου τον άγιο Βάκχο. Τον άγιο Σέργιο, επειδή κάποτε τον είχε ευεργετήσει, θέλησε να του χαρίσει τη ζωή με την προϋπόθεση να αρνηθεί το Χριστό. Ο άγιος αρνήθηκε και ο Αντίοχος έδωσε διαταγή να τον αποκεφάλισουν.